30/3/10

Η μετακόμιση

Είδα ένα περίεργο όνειρο χτες...

Ήμουν λέει ξαφνικά σ' ένα σπίτι, που ήταν "το σπίτι μου", αλλά δεν ήταν ούτε το σπίτι που μεγάλωσα, ούτε το σπίτι που έμενα κανονικά. Μπαίνοντας ήρθα αντιμέτωπη με το ανεκδιήγητο ντεκόρ της μάνας μου με σεμεδάκια, μπιμπελό και λοιπά παρεμφερή και στα ενδότερα είδα τα πράγματά μου. "Τα πράγματά μου" από όλες σχεδόν τις φάσεις της ζωής μου: Το παμπάλαιο διπλοκάσετο-cd player που είχα λιώσει στην εφηβεία μου, το επιτραπέζιο καβαλέτο που μου είχαν κάνει δώρο πριν λίγα χρόνια, το βιβλίο που διάβαζα πριν τρεις μέρες, μια κουβέρτα που τη θυμάμαι από πιτσιρίκι, το stage piano που μάζευα λεφτά για να το αγοράσω πρόπερσι και το πιάνο που άρχισα να παίζω όταν ήμουν 7 χρονών, ένα ζευγάρι bongos, μισοτελειωμένες ζωγραφιές, βιβλία από τη σχολή, παραπεταμένα πιο δίπλα κάτι θέματα πανελληνίων και δίπλα το σκριπτ ενός χαζο-θεατρικού του γυμνασίου, έναν αργιλέ που είχα κουβαλήσει η ίδια από τα Γιάννενα με ΚΤΕΛ, το made in japan των deep purple στολισμένο με τις γρατζουνιές του που το έχουν καταστήσει, εδώ και μια δεκαετία, κατάλληλο μόνο για σουβέρ....και τα λοιπά και τα λοιπά και τα λοιπά. Και κοντά σ' αυτά, κάτι έπιπλα που ήταν λέει δικά μου, αλλά καινούργια, σχεδόν αχρησιμοποίητα, που δε μου έφερναν και καμιά ανάμνηση στο νου.
Οι γονείς μου, που μπήκαν μαζί μου στο σπίτι "μου", έβλεπαν την κατάσταση ως απολύτως φυσιολογική. "Καλωσήρθες στο σπίτι σου", μου έλεγαν, "όλα θα πάνε καλά" κι εγώ από μέσα μου φώναζα, "μα πώς γίνεται να μην ξέρετε ότι δεν είναι το σπίτι μου εδώ; Εγώ μένω αλλού!" αλλά απ' έξω μου σαν να μη μπορούσα να μιλήσω. Και ο χώρος μου έμοιαζε όλο και πιο μικρός, η ανάσα μου όλο και κοβόταν και σιγά σιγά ένιωθα ότι ο αέρας δε μου έφτανε πια. Άρχισα να κλαίω ασυναίσθητα και οι δικοί μου, με ένα ύφος συγκατάβασης μου είπαν "έχεις συγκινηθεί ε; Όλα θα πάνε καλά".
Ξαφνικά δεν άντεχα άλλο πια. Ήμουν βέβαιη ότι είμαι σε όνειρο και έπρεπε να αντιδράσω για να ξυπνήσω. "Θέλω να πάω σπίτι μου!" φώναξα πανικόβλητη, "όχι σ' αυτό! στο άλλο, το κανονικό!". Αλλά δεν ξύπνησα. H μάνα μου έβαλε τα κλάματα, ο πατέρας μου έμεινε αποσβολωμένος να με κοιτάζει. "Παιδί μου, εδώ είναι το σπίτι σου", μου είπαν ξανά. "Ηρέμησε, όλα θα πάνε καλά", σαν δίσκος κολλημένος στο ίδιο σημείο, με ένα ύφος λες και ετοιμάζονταν να μου κάνουν καμιά ένεση με ηρεμιστικό.

Και μετά δε θυμάμαι. Ή μάλλον θυμάμαι, αλλά πολύ θολά. Ξέρω στα σίγουρα όμως, ότι σήμερα δεν έχω ακόμα βγει απ' το περίργο όνειρο. Τείνω δε να πιστέψω, ότι δεν είναι καν όνειρο τελικά...

Είναι προφανές αυτό που θα πω, αλλά θα το πω έτσι κι αλλιώς. Το να μένεις με τους γονείς σου SUCKS BIGTIME. Ιδίως αν τα τελευταία 8-9 χρόνια της ζωής σου έχεις μάθει αλλιώς... Το ότι βρήκα τη Μ.Εβδομάδα να μετακομίσω, θα το θεωρήσω ειρωνία της τύχης. Άντε, να τη βγάλουμε κι αυτή την εβδομάδα των παθών (μου)... Δε μπορεί, θα περάσει.

24/3/10

Αναζητώντας το χαμένο χρόνο

Ξέρεις πως μεγάλωσες πάρα πολύ όταν πια δε μπορείς να διαβάσεις το "Αναζητώντας το χαμένο χρόνο" του Προυστ. Έτσι διάβασα τελευταία σε ένα βιβλίο. Μάλιστα. Και όταν όντως αρχίζεις και αναζητάς το χαμένο χρόνο, τι είσαι; Ερωτώ εγώ....

Το αμάξι είναι ακόμα κολλημένο στις λάσπες από πέρσι που έγραψα για τελευταία φορά. Έκλεισα αισίως τα 26 φέτος και μου μοιάζει σαν να πήγα 18, ανοιγόκλεισα τα μάτια, πήγα 20, ανοιγόκλεισα τα μάτια, πήγα 23, ανοιγόκλεισα τα μάτια και έφτασα εδώ. Κοιτάζω πίσω τα χρόνια που άφησα, "τα καλύτερά μου χρόνια" υποτίθεται και με κόπο βρίσκω 2-3 σταθμούς. Κατά τα άλλα, ένα συνεχές κύλισμα, ένα αναπόφευκτο τρεχαλητό που ούτε και κατάλαβα πότε ξεκίνησε και πώς με πήρε μαζί του. Η γεύση που μου αφήνουν οι όποιες αναμνήσεις, ως επί το πλείστον ουδέτερη. Ή μάλλον όχι. Κάπως πικρή. Όχι γιατί δεν υπάρχουν και όμορφες στιγμές. Απλά, το μέτρημα μου βγαίνει λειψό, ό,τι και να κάνω, απ' όπου κι αν το πιάνω. Λίγη ζωή σκορπισμένη σε πολλά χρόνια. Τίποτα σημαντικό. Σκόρπισμα άνευ λόγου, οι ίδιες και οι ίδιες σκέψεις χιλιοανακυκλωμένες, οι ίδιες ενδοσκοπήσεις χιλιοειδωμένες, αδράνεια, κούραση από την πολλή ξεκούραση, αποστασιοποίηση, ονειροπολήσεις παρήγορες αλλά παροδικές. Και αυτοκαταστροφή. Όχι από εκείνη την αυτοκαταστροφή την κάπως γοητευτική, σαν του Cobain, από την άλλη. Που σε κάνει να λες "κρίμα το παιδί, χαμένο πάει από τη μαλακία του".
Οι φίλοι μου είναι αλλού. Τους βλέπω ξαφνικά να βρίσκουν ο καθένας την άκρη του, σαν ελληνική ταινία σχεδόν, από αυτές που τελειώνουν με πολλαπλούς γάμους, ή τελοσπάντων με ένα happy end για τον καθένα. Και συνειδητοποιώ το προφανές: Δεν είναι "ξαφνικό" το "happy end" τους. Απλά, όσο εγώ κυνηγούσα την ουρά μου εκείνοι ζούσαν. Κι αυτό μου μοιάζει το πιο θλιβερό: Πού ήμουν εγώ όσο η ζωή συνεχιζόταν;.....
Είναι περίεργο πράγμα η έννοια της ηλικίας. Τι πάει να πει ηλικία; Και υπάρχει κανείς να έχει μια ηλικία μόνο; Εγώ πάντως είμαι μια 26-χρονη με εμπειρίες ζωής 20-χρονης, συναισθηματικά κενά έφηβης και φθορά 30-φευγα-χρονης. Χάλια. Και τι στο διάολο κάνεις, όταν πια νιώθεις να έχεις κουραστεί πριν καν ξεκινήσεις, όταν ξέρεις ότι παραμεγάλωσες για να είσαι πια μικρή αλλά δε νιώθεις ακόμα μεγάλη, όταν πλέον είναι γεγονός ότι μια σειρά από πράγματα που "θα" έκανες όταν "θα" μεγάλωνες δεν τα προλαβαίνεις πια γιατί μεγάλωσες και δεν το κατάλαβες, όταν έχεις μπροστά σου μια ζωή και, μέχρι να αποφασίσεις πώς θα τη ζήσεις και, κυρίως, μέχρι να αποφασίσεις να τη ζήσεις ακόμα κι αν το "πώς" δεν είναι ακριβώς αυτό που είχες αποφασίσει, αυτή περνάει και φεύγει και δε σε ρωτάει, όταν αυτά που επί χρόνια έκρυβες κάτω από το χαλί προσπαθώντας να τα ξεχάσεις και ελπίζοντας να εξαφανιστούν έρχονται και σε βρίσκουν για να να τα αντιμετωπίσεις σε όλο τους το μεγαλείο;
Δεν ξέρω τι κάνεις. Αν το ήξερα, θα το έκανα. (Όχι, το "παθαίνεις κρίση πανικού" δε μετράει για έγκυρη απάντηση). Μάλλον όμως....επιμένεις. Στο κάτω κάτω, τα δεσμά, τα όποια δεσμά, πονάνε πιο πολύ όταν προσπαθείς να τα σπάσεις. Αλλά αν δεν προσπαθήσεις δε θα τα σπάσεις ποτέ.
Αυτά προς το παρόν. Καλώς ήρθα στο blog μου ξανά και καλώς με βρήκα. Καλή δεύτερη αρχή. Έστω και όψιμη.
/* Script for Google Analytics ------------------------------*/